Η Ηλέκτρα βγαίνει απ΄το δωμάτιό της. Η μητέρα της της χτύπησε την πόρτα πριν κανα τέταρτο, "Φεύγουμε" είπε, και μετά επικράτησε σιγή. Η Ηλέκτρα είναι μόνη στο σπίτι.
Οι γονείς της πηγαίνουν στην κουμπάρα, τους έχει τραπέζι. Οι κουμπάροι πρέπει να το φυσάν το χρήμα γιατί όλο τραπέζια κάνουν. Πότε την παραμονή Πρωτοχρονιάς, πότε για την επέτειο των γάμων τους, πότε για τα γενέθλια των παιδιών. Μαζεύουν καμιά διακοσαριά κόσμο και δεν το διαλύουν μέχρι αργά.
Η κουμπάρα είναι μια θεόρατη μελαχροινή γυναίκα με κακαριστό γέλιο. Ο άντρας της είναι κοντός και χοντρός με επίσης κακαριστό γέλιο. Ευτυχώς γελάν με βάρδιες. Τα παιδιά τους είναι χοντρά κι αυτά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Με το κορίτσι η Ηλέκτρα συνεννοείται περίφημα. Επειδή η μία βαριέται την άλλη εξίσου, μετά το τυπικό "Τί κάνεις;" δεν ανταλλάζουν άλλη κουβέντα για το υπόλοιπο της βραδιάς. Το αγόρι, αντίθετα, με το οποίο είναι συνομίληκοι, την έχει συνέχεια από πίσω: "Ηλέκτρα, πώς πάει η ζωή σου;" Κάποιος θα του 'πε ότι η ατάκα αυτή είναι η επιτομή της εξυπνάδας, γιατί επιμένει να την επαναλαμβάνει, και κάθε φορά της Ηλέκτρας της έρχεται να κάνει εμετό. Τις προάλλες, εκεί που στέκονταν στον μπουφέ, της χούφτωσε τον κώλο. Η Ηλέκτρα έγινε κατακόκκινη και μέχρι ν' αποφασίσει αν έγινε κατά λάθος ή επίτηδες, ώστε να επιλέξει και την κατάλληλη αντίδραση, εκείνος είχε περάσει μπροστά της κι έβαζε στο πιάτο του ντολμαδάκια με έκφραση ανήξερου.
Αυτή τη φορά η Ηλέκτρα δεν ακολούθησε τους δικούς της. "Εχω διάβασμα". Ας την ψάχνει τώρα ο ηλίθιος όσο θέλει.
Το θέμα είναι ότι όντως έχει διάβασμα. Είναι η δεύτερη φορά που θα δώσει Γλωσσολογία κι αυτή τη φορά πρέπει να είναι προετοιμασμένη. Μα δε μπορεί να συγκεντρωθεί. Το άδειο σπίτι την προκαλεί να κάνει πράγματα.
Να βάλει μουσική στη διαπασών, φερειπείν. Η πολυκατοικία είναι γεμάτη γέρους και κουφούς και κανείς δε θα της κάνει παρατήρηση. Η μπορεί κουφούς γέρους. Η μπορεί γέρους με περίσσια κατανόηση για τα επαναστατημένα νιάτα που ακούν μουσική στη διαπασών. Ολο και κάποιον θα δει στο ασανσέρ, με το σκυλί του αγκαλιά, όλοι έχουν εκείνα τα μικρά σκυλιά που όλο γαυγίζουν, τα ασχημομούρικα, και τη ρωτούν "Πώς πάει η σχολή; Καλά; Μπράβο, μπράβο.". Μπορεί και να καπνίσει ελεύθερα στο δωμάτιο, αντί να βγαίνει με το μπουφάν στον ψόφο, μην πάρουν είδηση οι δικοί της ότι καπνίζει. Μπορεί και να πάρει τηλέφωνο το φίλο της το Σταμάτη και να μιλάν με τις ώρες.
Ανάβει το πρώτο τσιγάρο. Θ' ανοίξει τις μπαλκονόπορτες κατά τα μεσάνυχτα και η κάπνα θα εξαφανιστεί. Το δύσκολο δεν είναι η κάπνα, αλλά οι γόπες που τις ρίχνει στην τουαλέτα κι επιμένουν να στροβιλίζονται στην επιφάνεια. Αυτό πάντα της σπάει τα νεύρα.
Σάββατο βράδυ, οι συμφοιτήτριές της θα έχουν βγει με τους φίλους τους. Καμιά φορά την καλούν κι αυτή στην παρέα, αλλά η Ηλέκτρα αρνείται. Ούτως ή άλλως από ευγένεια το κάνουν.
Οι γονείς την προτρέπουν να αποκτήσει παρέες. Οι γονείς της της λένε να ντύνεται μοδάτα, όπως όλα τα νέα κορίτσια. Οι γονείς της την πιέζουν να κόψει με το Σταμάτη, γιατί είναι κακή επιρροή.
Ο Σταμάτης είναι gay και είναι ο μόνος που την καταλαβαίνει. Μόνο μ' αυτόν διασκεδάζει όταν βγαίνουν. Η αλήθεια είναι ότι κάνουν πράγματα πολύ χοντρά. Οπως εκείνη τη φορά που έτρωγαν πατατάκια στην αίθουσα του σινεμά, σ' εκείνη την πολύ κουλτουριάρικη, ρουμάνικη ταινία, κι ανάγκασαν τον τύπο μπροστά ν' αλλάξει θέση φωνάζοντας "Αει στο διάολο, γαϊδούρια". Η στο θέατρο, που στοιχημάτιζαν φωναχτά πόσες μπριζόλες έβγαιναν από το κωλομέρι της χοντρέλως πρωταγωνίστριας. Τότε τους είχαν πετάξει έξω.
Σχηματίζει το νούμερο του κινητού του. Το χει κλειστό. Σπίτι του δεν πρόκειται να πάρει. Μπορεί να το σηκώσει η μάνα του, κι αυτή είναι ψυχοπαθής. Ορεξη είχε τώρα να την ακούει.
Εξετάζει την πιθανότητα να βγει μόνη της, κοιτάζοντας με μισόκλειστα μάτια την κάφτρα του τσιγάρου να μεγαλώνει επικίνδυνα, αλλά σύντομα την αποκλείει. Οι γονείς της μπορεί να πάρουν τηλέφωνο στο σπίτι, κι εκείνη δε μπορεί να λείπει, έτσι ξαφνικά. Ολα πάντα στραβά τα κανονίζει.
Οταν βγαίνει μόνη της η Ηλέκτρα πηγαίνει σχεδόν πάντα στο σινεμά. Η Ηλέκτρα λατρεύει την πανίδα των μικρών σινεμά που αποτελείται από κουλτουριάρηδες, μύωπες, κοντόχοντρους τύπους που την κοιτάν σαν ξερολούκουμο. Πιάνει μάλιστα κουβέντα μαζί τους στα διαλείμματα.
Πόσες φορές το έχει φανταστεί ότι ένας από αυτούς τους τύπους, ένας αρκετά χάλιας για να νιώθει ότι του κάνει χάρη, την πιάνει αγκαζέ, την βάζει στο αυτοκίνητό του και την πάει στο σπίτι του, ή σε κανα ξενοδοχείο, όπου την αναγκάζει -αυτό έχει σημασία- να υποκύπτει στις ανώμαλες ορέξεις του. Η Ηλέκτρα βλέπει πολλές μεταμεσονύχτιες τσόντες όταν λείπουν οι δικοί της και μπορεί να θεωρηθεί φροντιστηριακά έτοιμη. Τελικά όμως, πάντα φεύγει μόνη της. Φταίει ίσως που φαίνεται πολύ μικρότερη από δεκαεννιά. Φταίει ίσως κάτι άλλο. Η Ηλέκτρα είναι σίγουρη πως σε λίγο θα καταλήξει να βάλει αγγελία στα τσοντοπεριοδικά, σαν το Σταμάτη. Προσφέρεται παρθένα για διακόρευση.
Η σκέψη του σεξ πάντα της φέρνει πείνα και η Ηλέκτρα πηγαίνει στην κουζίνα.
Το ψυγείο είναι γεμάτο γιαουρτάκια 2% κι έχει κι ένα πιάτο κολοκυθάκια βραστά. Οι γονείς της προσέχουν τη σιλουέττα τους. Εχει ευτυχώς υλικά για τοστ.
Φτιάχνει ένα τοστ με τέσσερις φέτες τυρί και το βάζει στο φούρνο μικροκυμάτων για να λιώσει. Περιμένει τη στιγμή που θα βυθίζει ηδονικά τα δόντια της στη μαλακή μάζα, φαντάζεται τη λάβα της χοληστερίνης να κατεβαίνει αργά αργά τον οισοφάγο της, το λίπος να κολλάει στα αγγεία της, προετοιμάζοντας ένα ωραιότατο έμφραγμα. Σε καμιά σαρανταριά χρόνια ίσως. Χα, θα τους τη σκάσει ολονών.
Μια φορά η Ηλέκτρα έφαγε μόνη της μισό κουτί προφιτερόλ που είχε φέρει κάποιος επισκέπτης. Φύλαξε το άλλο μισό για την επομένη, όμως, το πρωί της επομένης, το βρήκε στα σκουπίδια. Το χε πετάξει ο μπαμπάς της "για να μην τρώει συνέχεια σκατά". Η Ηλέκτρα θυμάται πως θρήνησε πάνω από το όμορφο καφετί γυαλιστερό πτώμα, χυμένο πάνω σε άδειους κεσέδες γιαούρτι και ντοματόφλουδες.
Καμιά φορά, οι γονείς της αργούν πολύ να γυρίσουν από τις επισκέψεις. Κι όταν η ώρα πάει δύο ή τρεις, η Ηλέκτρα φαντάζεται ότι κάποιος την παίρνει τηλέφωνο μέσα στη νύχτα. Μια πολύ σοβαρή, πονετική φωνή την πληροφορεί ότι έγινε σοβαρότητο δυστύχημα. Η Ηλέκτρα αφήνει το ακουστικό να της πέσει απ΄τα χέρια. Βλέπει τον εαυτό της να βγαίνει από την αίθουσα του νεκροτομείου, χλωμή, αλλά ψύχραιμη. Ολοι την κοιτάζουν με λύπη και δέος συνάμα: "Θαρραλέο κορίτσι. Και μόλις έχασε ό,τι είχε και δεν είχε στον κόσμο...". Η Ηλέκτρα έχει τελειοποιήσει το συγκρατημένα θλιμμένο ύφος. Το χει προβάρει στον καθρέφτη κάμποσες φορές.
Οι γονείς της χυμένοι σε δυο φορεία, διαμελισμένοι, σαν τις αθώες μπάλες του προφιτερόλ.
Οι γονείς της πηγαίνουν στην κουμπάρα, τους έχει τραπέζι. Οι κουμπάροι πρέπει να το φυσάν το χρήμα γιατί όλο τραπέζια κάνουν. Πότε την παραμονή Πρωτοχρονιάς, πότε για την επέτειο των γάμων τους, πότε για τα γενέθλια των παιδιών. Μαζεύουν καμιά διακοσαριά κόσμο και δεν το διαλύουν μέχρι αργά.
Η κουμπάρα είναι μια θεόρατη μελαχροινή γυναίκα με κακαριστό γέλιο. Ο άντρας της είναι κοντός και χοντρός με επίσης κακαριστό γέλιο. Ευτυχώς γελάν με βάρδιες. Τα παιδιά τους είναι χοντρά κι αυτά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Με το κορίτσι η Ηλέκτρα συνεννοείται περίφημα. Επειδή η μία βαριέται την άλλη εξίσου, μετά το τυπικό "Τί κάνεις;" δεν ανταλλάζουν άλλη κουβέντα για το υπόλοιπο της βραδιάς. Το αγόρι, αντίθετα, με το οποίο είναι συνομίληκοι, την έχει συνέχεια από πίσω: "Ηλέκτρα, πώς πάει η ζωή σου;" Κάποιος θα του 'πε ότι η ατάκα αυτή είναι η επιτομή της εξυπνάδας, γιατί επιμένει να την επαναλαμβάνει, και κάθε φορά της Ηλέκτρας της έρχεται να κάνει εμετό. Τις προάλλες, εκεί που στέκονταν στον μπουφέ, της χούφτωσε τον κώλο. Η Ηλέκτρα έγινε κατακόκκινη και μέχρι ν' αποφασίσει αν έγινε κατά λάθος ή επίτηδες, ώστε να επιλέξει και την κατάλληλη αντίδραση, εκείνος είχε περάσει μπροστά της κι έβαζε στο πιάτο του ντολμαδάκια με έκφραση ανήξερου.
Αυτή τη φορά η Ηλέκτρα δεν ακολούθησε τους δικούς της. "Εχω διάβασμα". Ας την ψάχνει τώρα ο ηλίθιος όσο θέλει.
Το θέμα είναι ότι όντως έχει διάβασμα. Είναι η δεύτερη φορά που θα δώσει Γλωσσολογία κι αυτή τη φορά πρέπει να είναι προετοιμασμένη. Μα δε μπορεί να συγκεντρωθεί. Το άδειο σπίτι την προκαλεί να κάνει πράγματα.
Να βάλει μουσική στη διαπασών, φερειπείν. Η πολυκατοικία είναι γεμάτη γέρους και κουφούς και κανείς δε θα της κάνει παρατήρηση. Η μπορεί κουφούς γέρους. Η μπορεί γέρους με περίσσια κατανόηση για τα επαναστατημένα νιάτα που ακούν μουσική στη διαπασών. Ολο και κάποιον θα δει στο ασανσέρ, με το σκυλί του αγκαλιά, όλοι έχουν εκείνα τα μικρά σκυλιά που όλο γαυγίζουν, τα ασχημομούρικα, και τη ρωτούν "Πώς πάει η σχολή; Καλά; Μπράβο, μπράβο.". Μπορεί και να καπνίσει ελεύθερα στο δωμάτιο, αντί να βγαίνει με το μπουφάν στον ψόφο, μην πάρουν είδηση οι δικοί της ότι καπνίζει. Μπορεί και να πάρει τηλέφωνο το φίλο της το Σταμάτη και να μιλάν με τις ώρες.
Ανάβει το πρώτο τσιγάρο. Θ' ανοίξει τις μπαλκονόπορτες κατά τα μεσάνυχτα και η κάπνα θα εξαφανιστεί. Το δύσκολο δεν είναι η κάπνα, αλλά οι γόπες που τις ρίχνει στην τουαλέτα κι επιμένουν να στροβιλίζονται στην επιφάνεια. Αυτό πάντα της σπάει τα νεύρα.
Σάββατο βράδυ, οι συμφοιτήτριές της θα έχουν βγει με τους φίλους τους. Καμιά φορά την καλούν κι αυτή στην παρέα, αλλά η Ηλέκτρα αρνείται. Ούτως ή άλλως από ευγένεια το κάνουν.
Οι γονείς την προτρέπουν να αποκτήσει παρέες. Οι γονείς της της λένε να ντύνεται μοδάτα, όπως όλα τα νέα κορίτσια. Οι γονείς της την πιέζουν να κόψει με το Σταμάτη, γιατί είναι κακή επιρροή.
Ο Σταμάτης είναι gay και είναι ο μόνος που την καταλαβαίνει. Μόνο μ' αυτόν διασκεδάζει όταν βγαίνουν. Η αλήθεια είναι ότι κάνουν πράγματα πολύ χοντρά. Οπως εκείνη τη φορά που έτρωγαν πατατάκια στην αίθουσα του σινεμά, σ' εκείνη την πολύ κουλτουριάρικη, ρουμάνικη ταινία, κι ανάγκασαν τον τύπο μπροστά ν' αλλάξει θέση φωνάζοντας "Αει στο διάολο, γαϊδούρια". Η στο θέατρο, που στοιχημάτιζαν φωναχτά πόσες μπριζόλες έβγαιναν από το κωλομέρι της χοντρέλως πρωταγωνίστριας. Τότε τους είχαν πετάξει έξω.
Σχηματίζει το νούμερο του κινητού του. Το χει κλειστό. Σπίτι του δεν πρόκειται να πάρει. Μπορεί να το σηκώσει η μάνα του, κι αυτή είναι ψυχοπαθής. Ορεξη είχε τώρα να την ακούει.
Εξετάζει την πιθανότητα να βγει μόνη της, κοιτάζοντας με μισόκλειστα μάτια την κάφτρα του τσιγάρου να μεγαλώνει επικίνδυνα, αλλά σύντομα την αποκλείει. Οι γονείς της μπορεί να πάρουν τηλέφωνο στο σπίτι, κι εκείνη δε μπορεί να λείπει, έτσι ξαφνικά. Ολα πάντα στραβά τα κανονίζει.
Οταν βγαίνει μόνη της η Ηλέκτρα πηγαίνει σχεδόν πάντα στο σινεμά. Η Ηλέκτρα λατρεύει την πανίδα των μικρών σινεμά που αποτελείται από κουλτουριάρηδες, μύωπες, κοντόχοντρους τύπους που την κοιτάν σαν ξερολούκουμο. Πιάνει μάλιστα κουβέντα μαζί τους στα διαλείμματα.
Πόσες φορές το έχει φανταστεί ότι ένας από αυτούς τους τύπους, ένας αρκετά χάλιας για να νιώθει ότι του κάνει χάρη, την πιάνει αγκαζέ, την βάζει στο αυτοκίνητό του και την πάει στο σπίτι του, ή σε κανα ξενοδοχείο, όπου την αναγκάζει -αυτό έχει σημασία- να υποκύπτει στις ανώμαλες ορέξεις του. Η Ηλέκτρα βλέπει πολλές μεταμεσονύχτιες τσόντες όταν λείπουν οι δικοί της και μπορεί να θεωρηθεί φροντιστηριακά έτοιμη. Τελικά όμως, πάντα φεύγει μόνη της. Φταίει ίσως που φαίνεται πολύ μικρότερη από δεκαεννιά. Φταίει ίσως κάτι άλλο. Η Ηλέκτρα είναι σίγουρη πως σε λίγο θα καταλήξει να βάλει αγγελία στα τσοντοπεριοδικά, σαν το Σταμάτη. Προσφέρεται παρθένα για διακόρευση.
Η σκέψη του σεξ πάντα της φέρνει πείνα και η Ηλέκτρα πηγαίνει στην κουζίνα.
Το ψυγείο είναι γεμάτο γιαουρτάκια 2% κι έχει κι ένα πιάτο κολοκυθάκια βραστά. Οι γονείς της προσέχουν τη σιλουέττα τους. Εχει ευτυχώς υλικά για τοστ.
Φτιάχνει ένα τοστ με τέσσερις φέτες τυρί και το βάζει στο φούρνο μικροκυμάτων για να λιώσει. Περιμένει τη στιγμή που θα βυθίζει ηδονικά τα δόντια της στη μαλακή μάζα, φαντάζεται τη λάβα της χοληστερίνης να κατεβαίνει αργά αργά τον οισοφάγο της, το λίπος να κολλάει στα αγγεία της, προετοιμάζοντας ένα ωραιότατο έμφραγμα. Σε καμιά σαρανταριά χρόνια ίσως. Χα, θα τους τη σκάσει ολονών.
Μια φορά η Ηλέκτρα έφαγε μόνη της μισό κουτί προφιτερόλ που είχε φέρει κάποιος επισκέπτης. Φύλαξε το άλλο μισό για την επομένη, όμως, το πρωί της επομένης, το βρήκε στα σκουπίδια. Το χε πετάξει ο μπαμπάς της "για να μην τρώει συνέχεια σκατά". Η Ηλέκτρα θυμάται πως θρήνησε πάνω από το όμορφο καφετί γυαλιστερό πτώμα, χυμένο πάνω σε άδειους κεσέδες γιαούρτι και ντοματόφλουδες.
Καμιά φορά, οι γονείς της αργούν πολύ να γυρίσουν από τις επισκέψεις. Κι όταν η ώρα πάει δύο ή τρεις, η Ηλέκτρα φαντάζεται ότι κάποιος την παίρνει τηλέφωνο μέσα στη νύχτα. Μια πολύ σοβαρή, πονετική φωνή την πληροφορεί ότι έγινε σοβαρότητο δυστύχημα. Η Ηλέκτρα αφήνει το ακουστικό να της πέσει απ΄τα χέρια. Βλέπει τον εαυτό της να βγαίνει από την αίθουσα του νεκροτομείου, χλωμή, αλλά ψύχραιμη. Ολοι την κοιτάζουν με λύπη και δέος συνάμα: "Θαρραλέο κορίτσι. Και μόλις έχασε ό,τι είχε και δεν είχε στον κόσμο...". Η Ηλέκτρα έχει τελειοποιήσει το συγκρατημένα θλιμμένο ύφος. Το χει προβάρει στον καθρέφτη κάμποσες φορές.
Οι γονείς της χυμένοι σε δυο φορεία, διαμελισμένοι, σαν τις αθώες μπάλες του προφιτερόλ.
13 comments:
Διαφορετικό λίγο από τα προηγούμενα σου.
Διαστροφικό, σέξυ , θανατερό , σαν το μυαλό μιας έφηβης.
:-)
Ενσταση: Κανενα καλύτερο γλυκό από το προφιτερολ δε βρηκες;
Πολύ έξυπνο τίτλο για την ιστορία αυτη.. επίσης θα ταίριαζε και το Home Alone :)
..τεσπα, το καλύτερο σου κειμενο που έχω διαβάσει μέχρι τώρα..
Υ.Γ μια χαρα γλυκα ειναι τα προφιτερολ :)
Διαστροφικό, σέξυ , θανατερό , σαν το μυαλό μιας έφηβης.
Καλύτερα δεν περιγράφεται
Έχεις δικό σου ύφος και στυλ! Η παραδοσιακή βέσπα που καβαλάει το μυαλό σου γίνεται σταδιακά μηχανή αγώνων ταχύτητας... με μπαμ ή χωρίς μπαμ!
Τι άλλο να πω αφού οι προλαλύσαντες το περιέγραψαν τέλεια. θα επαναλάβω λοιπόν:
"Διαστροφικό, σέξυ , θανατερό , σαν το μυαλό μιας έφηβης."
YG.Πολέμησε περισσότερο τον ρυθμό των φράσεων. Νομίζω ότι μπορεί να γίνεις ακόμα καλύτερη…
Το έχω πει και θα το ξαναπω.. ο τρόπος που διεισδύεις στο μυαλό των ανθρώπων είναι γοητευτικά συνταρακτικός. Υπάρχουν βράδια πριν κοιμηθώ που σκέφτομαι τον εαυτό μου στο νοσοκομείο ετοιμοθάνατο, ή τους γονείς μου σκοτωμένους και εμένα να θρηνώ, αλλά ποτέ δεν είχα το θάρρος να το ξεστομίσω απ'ότι φαίνεται.. Το έκανες εσύ για μένα, πια δε νιώθω τύψεις για το διαστροφικό μυαλό μου.. Μου αρέσει τόσο που γράφεις.
Λούθορα, το περιστατικό με το προφιτερόλ είναι αληθινό. Μη μου ξύνεις τώρα πληγές.
Αγνωστη, χαίρομαι που σου άρεσε. Τα προηγούμενα διηγήματα είχαν γραφτεί πολύ παλαιότερα και με προοπτική δημοσίευσης (δεν ευτύχησαν φυσικά) και είχαν μελετημένο μήκος, ήταν πιο εύπεπτα. Τα καινούργια είναι λίγο πιο "περίεργα", άλλα μικρότερα, άλλα μεγαλύτερα, με διαφορετικό στυλ γραφής και φυσικά μου αρέσουν και με εκφράζουν περισσότερο.
Παμπλίτο, σ' ευχαριστώ. Keep up the good job.
Bήτα μι σ' ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια. Ο ρυθμός χωλαίνει γιατί το παρακούρασα, έσβησα πολλά. Για να καταλάβεις, από αυτό που έγραψα με "αυτόματη γραφή" έμεινε το ένα τρίτο. Οσο πιο πολύ επεξεργάζομαι κάτι, τόσο περισσότερο ο ρυθμός χάνει. Θα βελτιωθεί όμως, πού θα πάει...
satya, τα σχόλιά σου είναι το καλύτερο χάδι για το φέρελπι γραφιά. Μη σου πω ότι κάθε φορά ΤΑ ΠΕΡΙΜΕΝΩ, κατά κάποιο τρόπο. Να σαι καλά.
Πάρα πολύ καλό κείμενο...δεν έχω διαβάσει ακόμα τα άλλα γραπτά σου αλλά είμαι σίγουρος πως αξίζουν τον κόπο..καλή συνέχεια στην συγγραφή και καλή συνέχεια σε μένα που θα συνεχίσω να σε διαβάζω...
Απ΄τα πιο ωραία σου, εκπληκτικά αληθινό, φαίνεται ότι έχει βιωματικά στοιχεία.
Το τέλος θα το ήθελα λιγάααααααακι πιο έντονο...σαν να θέλεις να δώσεις μια γροθιά στο στομάχι.
Καταστροφικό και πολύ έντονο. Γράφεις τόσο κοφτά που όταν σε διαβάζω με πιάνει ταχυπαλμία. Νιώθω ότι περπατάω μαζί με τον πρωταγωνιστή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση απλά δεν έχω προφιτερόλ.
Εγώ βρίσκω ευρηματικό και το προφιτερόλ και τον τίτλο σου.Μου άρεσε ο ρυθμός κι ας ήθελε περισσότερο συντονισμό στην αφαίρεση εικόνων.Πολύ καλό!
Σόρυ, τί εννοείς με το συντονισμό στην αφαίρεση έικόνων;
Κολοκύθι, αυτό περί ταχυπαλμίας και ταύτισης πρέπει να είναι και το κολακευτικότερο σχόλιο που μου έχει γίνει!
Εννοώ πως αυτό το κείμενό σου ήταν πιο αφαιρετικό, δηλαδή κινούνταν πιο γρήγορα με αφαιρεμένες τις ενδιάμεσες εικόνες.Μου άρεσε πολύ αλλά ήθελα πιο "συντονισμένη" αφαίρεση σε όλο το κείμενο. Σε κάποια σημεία ήταν εξαιρετικός ο ρυθμός και σε άλλα ήθελε λίγο λιγότερο.Π.χ. η πρώτη παράγραφος είναι εξαιρετική ενώ το σημείο που γράφεις "η σκέψη του σεξ της φέρνει πάντα πείνα και η Ηλέκτρα πηγαίνει στην κουζίνα", του λείπουν μερικές ενδιάμεσες εικόνες.
Ελπίζω να το εξήγησα καλά!
Κι ελπίζω να μην με παρεξηγήσεις!Επειδή μου αρέσουν τα κείμενά σου για αυτό σου κάνω τόσο ενδελεχή κριτική.
;)
Σόρυ, ο σκοπός της δημοσίευσης στο ίντερνετ ΕΙΝΑΙ η κριτική. Επειδή σχολές δεν υπάρχουν για δημιουργική γραφή, επειδή φορείς που ασκούν αξιολόγηση, κριτική δεν υπάρχουν, μαθαίνουμε μόνοι μας και μεταξύ μας. Σε ευγνωμονώ - και τον καθένα - για την όποια κριτική.
Νομίζω ότι σ' έπιασα. Ναι, η μετάβαση από την ακριβή χρονικά καταγραφή (των προηγ. ιστοριών)στην αφαιρετικότητα είναι δύσκολη. Ελπίζω να ασχοληθώ αρκετά με αυτή την τεχνική της αφαιρετικότητας (γιατί συνήθως βαριέμαι και αλλάζω "τεχνοτροπία") ώστε να προλάβω να βελτιωθώ.
Ναι, τώρα που το σκέφτομαι, καταλαβαίνω τί ήθελες να πεις. Οντως, εκεί που υπάρχει μια αλληλουχία, ξαφνικά διακόπτεται. Αυτό μάλλον οφείλεται στο ότι ήδη ανυπομονούσα να φτάσω στο τέλος, σε τσαπατσουλιά.
Post a Comment