Jul 27, 2007

Άνθρωποι και ποντίκια

Σε είδα πώς τινάχτηκες όταν με είδες. Δεν με περίμενες. Ίσως στην κηδεία της θείας πριν ένα χρόνο - όμως συνέπεσε με την πρώτη μέρα του καρναβαλιού του Ρίο. Ελπίζω να σου μετέφεραν την πληροφορία με τον δέοντα αποτροπιασμό για την αναισθησία μου.

Μια ανατριχίλα διαπέρασε το κορμί του Κώστα, ταυτόχρονα με τη σταγόνα ιδρώτα που κατηφόριζε το μάγουλο για να τρυπώσει στο λακκάκι και τα συμμετρικά λοφάκια που εκείνη τη στιγμή φούσκωναν από αέρα. Το πέος του σκλήρυνε και γύρισε απ΄την άλλη.

- Χαχα, σου σηκώθηκε.
- Ρε, α στο διάολο.
- Θα το πω στη μάνα σου πως μ’ έβρισες, άμα πάμε σπίτι.
- «Θα το πω στη μάνα σου πως μ’ έβρισες», μπουχουχου.

Η Αμαλία του γύρισε την πλάτη. Το φανελάκι της είχε γίνει πράσινο από πίσω κι ο Κώστας, προβλέποντας την κατσάδα της θείας, χάρηκε που αυτός ήταν γυμνός από τη μέση και πάνω. Δεν ήταν άσχημο τελικά να ‘ναι άντρας, εκείνη την καυτή μέρα του Ιουλίου που ο ιδρώτας νότιζε το χόρτο.

Άλλωστε δική της ήταν η ιδέα να ραχατέψουν εκεί δα. Αν ποτέ μάθαινε ποδήλατο η δικιά σου, γράψε μου.

Καημένη θεία. Όλο μου σε φόρτωνε στο σβέρκο. «Να μάθεις την ξαδέλφη σου ποδήλατο. Να πάτε στη θάλασσα. Να τη βγάλεις για πορτοκαλάδα.».Όλο τη μούντζωνα πίσω απ΄την πλάτη της. Και όλοι λέγανε πως σ’ έκανε σαν τα μούτρα της. Κοντέσα. Καμάρωνες στη σέλα αλύγιστη σαν ξύλο. Τόσο βλήμα και τόσο όμορφη.

Η Αμαλία σηκώθηκε και κατευθύνθηκε στο αγωνιστικό ποδήλατο που για το σουλούπι της φάνταζε τερατώδες. Έκανε μερικά μέτρα. κάθε δύο πεταλιές πατούσε γέρνοντας το πόδι της στο χώμα, ενώ ο Κώστας της πετούσε κουκουνάρια και πευκοβελόνες που την έβρισκαν στην πλάτη και την έκαναν να κραυγάζει.

Σε λίγο βαρέθηκαν κι οι δυο.

- Άντε πάμε σπίτι.

Μεσημέρι, ο ήλιος κατακόρυφος.
Η τριβή των γονάτων της Αμαλίας στους ιδρωμένους μηρούς του έδινε μια αίσθηση λάσπης, όταν γύριζαν δικάβαλο στο σπίτι. Ανατρίχιασε ξανά. Περνούσαν απ΄τον αγροτικό δρόμο, ανάμεσα απ΄τα μποστάνια με τα καρπούζια. Του άρεσαν τα καρπούζια. «Αν δεν ήταν αυτή η φοράδα πίσω» θα έκλεβε κανένα για το τραπέζι.
Όμως μ’ αυτήν δε μπορούσε να το κάνει.

Έκανα πολλά από τότε. Βγήκα έξω για σπουδές. Έκανα δουλειές σε Βερολίνο, Παρίσι, Λισαβώνα – κανείς δεν ήξερε τι ακριβώς. «Ο Κώστας έγινε μεγάλος και τρανός». Τώρα ξέπεσα στη Βραζιλία, να φτιάχνω κοσμήματα από δέρμα. Πολύ μεγάλα για σένα. Χαχα. Του σογιού το εγκεφαλικό.

Τόσα μέρη, τόσες περιπέτειες, τόσα ανομολόγητα. Και πάντα πάνω μου το βλέμμα σου. Να φτάνω στην κόψη, να με τραβάει πίσω.

Πάντα μου τόλεγα πως ήθελα να πετύχω. Γιατί θέλει ο άνθρωπος να πετύχει; Φταίει η στέρηση, φταιν τ΄απωθημένα; Φταίει η Σελήνη στον Αιγόκερω;
Όχι, δεν είναι τίποτα απ΄αυτά.

Είναι γιατί θέλει σε κάποιον ν’ αποδείξει.


Κόντευαν να φτάσουν στο χωριό σχεδόν. Τσιρ, τσιρ, έκαναν τα ποντίκια ανάμεσα στα καρπούζια και η Αμαλία σήκωνε τσιρίζοντας τις γάμπες. Ένα φορτηγό ερχόταν απ΄την αντίθετη κατεύθυνση και ίσα που πρόλαβαν να τραβηχτούν στην άκρη. Γκουχ, γκουχ, «Εκδρομαί – μεταφοραί» πρόλαβαν να διακρίνουν μέσα απ΄το σύννεφο της σκόνης.

- Ξέρεις ποιος είναι αυτός; έκανε η Αμαλία ξαναμμένη.

Ήξερε, φυσικά. Κι άκουγε. "Ερχεται ο Εκδρομαί - Μεταφοραί ν' αναλάβει καθήκον", "μου ήθελε ο γέρος δεκαεννιά χρονών γυναίκα" "ρε, ας την είχα εγώ και θα την είχα καρφωμένη στο στρώμα όλη μέρα". Και πάντα έκλεινε τ’ αυτιά του.

Νόμιζε ότι έτσι θα προφύλασσε την όμορφη Βούλα, τη γυναίκα του κουρέα. Αμυγδαλωτά μάτια, μαύρα, γυαλιστερά μαλλιά και να μοσχοβολάει.
Αλλά εδώ μέχρι και την ξαδέλφη απ΄την Αθήνα πρόλαβαν να ενημερώσουν οι κουτσομπόλες.

- Nα ‘ναι αλήθεια;
- …
- Πάμε να δούμε;

Εκείνη την ημέρα, πριν 17 χρόνια, εξαφάνισες κάθε ανταγωνισμό. Κάθε αγάπη και είδωλο. Κι άρχισα να γίνομαι ο άντρας που είμαι τώρα. Άντρας-μυστήριο, λεν, σκληρός, να τεστάρω τη σκληράδα μπήγοντας τα νύχια στις παλάμες. Αν ερχόσουνα για χειραψία θά βλεπες κι εσύ, όμως έχεις βολικά κρυφτεί πίσω από συλλυπητήρια και βοϊδοκοιλιές.

Δεν κάνουμε μνημόσυνο στη θεία σήμερα, Αμαλία. Μνημόσυνο στη χαμένη μας αθωότητα.


Δεν είχαν να πάνε μακριά. Το σπίτι του κουρέα ήταν σε έναν παράδρομο λίγο πιο κάτω. Δεν μπορούσαν όμως να προχωρήσουν με το ποδήλατο χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Το ακούμπησαν σ’ ένα δέντρο και συνέχισαν πεζή, προχωρώντας με προφύλαξη σαν κομμάντος.

Το άσπρο φορτηγό ήταν μοιραία αραγμένο δίπλα στο σπίτι, μισοσκεπασμένο απ΄τις φυλλωσιές.

Τα παιδιά κοιτάχτηκαν δισταχτικά. «Πάμε», είπε η Αμαλία.

Απ΄το παράθυρο της κουζίνας δε φαινόταν τίποτα. «Έχει κι άλλο παράθυρο». Ο Κώστας έπλεξε τα χέρια του κι ένα «ωωπ» αργότερα, η Αμαλία ήταν στους ώμους του, με τη μύτη στερεωμένη στο παράθυρο της κρεβατοκάμαρας.

*****

"Βλέπεις τίποτα ρε;"

*****

Τα παιδιά πήγαιναν προς το ποδήλατο με βαριά βήματα. Δε βιάζονταν, ήδη το μεσημεριανό το είχαν χάσει.

Δε μιλούσε κανένα τους. Σαν τα λόγια να έτρεχαν όλα μαζί προς την έξοδο, έξοδο στο μέγεθος της χαραμάδας, κι εκεί στριμώχνονταν κι έπεφταν το ένα πάνω στ’ άλλο και γίνονταν πολτός. Μόνο κοιτούσαν κάτω και προχωρούσαν.

Μόνο όταν είδαν το ξεκοιλιασμένο ποντίκι, λίγο ακριβώς πριν φτάσουν στο ποδήλατο, έσπασε η σιωπή μ΄ένα ουρλιαχτό.

Έπρεπε να στο είχα πει για τις γάτες. Ίσως ήταν η γάτα του γέρου, και το ποντίκι θύμα της αποκοτιάς μας.

Ήμασταν έφηβοι τότε. Σχεδόν. Ξαπλώναμε στο χόρτο, κοιτάζαμε τα σύννεφα και ψάχναμε το νόημα της ζωής. Το νόημα το βρήκα εκείνη την ημέρα. Κι εκείνη ακριβώς τη μέρα άρχισα να θέλω να πεθάνω.

Εσύ το πάλεψες καλύτερα. Αυτός δίπλα σου δε μου μοιάζει καθόλου. Εγώ όμως πάντα περιμένω. Ένα ποντίκι, να ξαναπέσεις πάνω μου ουρλιάζοντας, να λασπώσουμε το χώμα και να μας βρουν εκεί, ένα σώμα, να τουρτουρίζει στον καύσωνα.

Mαζί για πάντα.

19 comments:

eternal_worm said...

telika poios to esfaxe to pontiki?

kai posous mines eixw akoma gia na apolu8ei xeroume?

angeliki marinou said...

Kalos ton aksio, respect your majesty, klp.

Question a) O sxizofrenis gatos - dolofonos pontikion pou lymainontai ta karpouzia sta mpostania.

Question b) HE LIVES AMONG US!!!

Lex_Luthor06 said...

Νομίζω είναι 2η φορά που γράφεις επιρεασμένη από το "Μεγάλες προσδοκίες". Ή κάνω λάθος;

(Ελπίζω να τα βρείτε και με τον Στάινμπεκ για τον τίτλο) :-P

Πέρα από την πλάκα. Πραγματικά πολύ καλό. Ερχεσαι δουλειά ανοιγεις τον υπολογιστή και σε λιγά λεπτά καταλήγεις να νοσταλγεις εφηβικά καλοκαίρια και έρωτες.

angeliki marinou said...

Νομίζω είναι 2η φορά που γράφεις επιρεασμένη από το "Μεγάλες προσδοκίες". Ή κάνω λάθος;

Η απ΄το "Ενα κουνέλι" - βλ. μέθοδος του ρακόρ.

(wink)

Kατά τ΄άλλα είχε το δραματικό ρεαλιστικό στοιχείο που με κυνηγάει μέχρι τώρα ότι όντως ο βλαμμένος ο ξάδελφός μου μου πέταγε ΠΕΤΡΕΣ για να μου μάθει ποδήλατο. Ασε, μιλάμε για βιώματα που σε σημαδεύουν (κυριολεκτικά).

Κολοκύθι said...

Σχόλιο τερατούργημα:


Σκηνικό:
Πανεπιστημίου, ώρα 18:30 , ζέστη τρελή, κολοκύθι καθισμένο έξω από τη βιβλιοθήκη χωρίς καπέλο και χωρίς φορητό ανεμιστήρα λιώνει από τη ζέστη.
Διαβάζει τους ανθρώπους με τα ποντίκια. (τα οποία είχε εκτυπώσει σε μέγεθος 16 και χρώμα πράσινο σα τους γκαβούς)

Οκ, αφού σου περιέγραψα το σκηνικό ήρθε η ώρα να σου πω ότι λίγο πριν μπω στο λεωφορείο πέρασε ένα γυφτάκι με ένα πατίνι και με το ζόρι κρατήθηκα να μη του το κλέψω.

numb said...

καλημέρα
και αυτό, πολύ καλό

Ναταλια Καππα said...

τώρα που ξέρω για πιο πράγμα μιλάς μ'αρέσει... με φρίκαρε λίγο το πόσο υπόγειο ήταν.

angeliki marinou said...

Νατ, θα σε βάλω να μου βρίσκεις υποτίτλους. Seriously. Μόνο να μου κάνεις καλή τιμή.

Numb, thnx.

κολοκύθι, τί να πρωτοσχολιάσω...το ότι αντί να βάλεις τις κόλλες καπέλο, καθόσουν και διάβαζες κάτω απ΄τον ήλιο; Τη γκαβογραμματοσειρά; Kαι εις ανώτερα εν Χριστώ αδελφή.

nick said...

Πολύ ωραίο κείμενο, Renton

Anonymous said...

Το διάβασα πριν μέρες, σχολιάζω τώρα.
Μου άρεσε πολύ. Έχω την εντύπωση ότι βελτιώνεσαι συνέχεια (αυτό το ξέρεις κι' εσύ μάλλον).
Καλησπέρες

quartier libre said...

Προχώρα δυνατά,
rent!

Anonymous said...

to diabasa deuteri fora, isos na ine i triti den 8imame, to mialo mou ine poltos.

Ime frikarismeni pou den katalaveno giati milas...

dld, enoo pos katalaveno kati alo apo auto pou grafis, ke leo min ir8e ki emena i ora mou gia to leuko spitaki!

:D

alektor said...

ωραία που απλώνεσαι σαν νούφαρο
έτσι που πας δε θα σου φτάσει
μια λίμνη

παρακάτω κι ο Ρόρυ ο δάσκαλος
στην καλή του εποχή

Άνωσις!

angeliki marinou said...

nick, pascal, quartier libre, αλέκτωρα, να στε καλά.

βρε συ finally connected, δεν είναι για σπαζοκεφαλιές, ο καθένας κάτι διαφορετικό καταλαβαίνει, ούτως ή άλλως.

Anonymous said...

ma to xarika...

satya said...

Ετσι όπως σε θυμόμουν. Να με βγάζεις από τα σκατά μου.

Ευχαριστώ ρε.

αμμος said...

Αγαπητή Ρέντον, ίσως σε ενδιαφέρει να ενημερώσεις στο μπλογκ σου για την αυθόρμητη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Σύνταγμα την Τετάρτη σχετικά με τα δάση. Περισσότερα θα βρεις στο http://anadasosi.blogspot.com.

Συγγνώμη για το σπαμ αλλά είναι για καλό σκοπό.

IF said...

Την καλησπέρα μου,
ωραία περιγραφή.

Anonymous said...

Καλέ
Μην τεμπελιάζετε. πού είστε;